ἐβάλλετο

ἐβάλλετο
βάλλω
throw
imperf ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πύκα — Α επίρρ. 1. συμπαγώς, στερεά («σάκεος πύκα ποιητοῑο», Ομ. Ιλ.) 2. συνετά, φρόνιμα, μυαλωμένα 3. με προσοχή, επιμελώς («πύκα δ ἔτρεφε δῑα Θεανώ», Ομ. Ιλ.) 4. φρ. «θάλαμος πύκ ἐβάλλετο» τον θάλαμο χτυπούσαν πάμπολλα και συχνά βέλη (Ομ. Ιλ.).… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”